Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Ο Πλάτανος (Κουβεντιάζοντας μ` ένα δέντρο)


Μια ηλιόλουστη μέρα του καλοκαιριού στο μικρό, επαρχιακό χωριό που πηγαίνω τις αργίες και τις γιορτές, πέρασα μια παράξενη και σίγουρα αξέχαστη εμπειρία! Καθώς κεντούσα το πολύχρωμο και ατέλειωτο κάδρο μου, καθισμένη στον ξεχαρβαλωμένο καναπέ του διαδρόμου, άκουσα κάποιες σταγόνες να πέφτουν στο παράθυρο και ύστερα να κυλούν στο μαρμαρένιο περβάζι. Για στάσου! Ήταν κάποιες σταγόνες από το ποτιστήρι της γιαγιάς, που έριχνε νερό στις διψασμένες ορχιδέες. Παράτησα το κέντημα στην άκρη του καναπέ, φόρεσα τα παπούτσια μου και βγήκα έξω. Όταν κοντοστάθηκα δίπλα της, αυτή μου χαμογέλασε και μου έδωσε μισογεμάτο το ποτιστήρι και ανάλεβε να  ποτίσει τις άλλες πόες στην άκρη του κήπου με το λάστιχο. Ορτανσίες, γαρίφαλα, χρυσάνθεμα… Οπ!
Μια στιγμή έφτασα μπροστά σε ένα τεράστιο δέντρο! Αμέριμνη άρχισα να ποτίζω τις ρίζες του.
-Άουτς!  Αποκρίθηκα, βγάζοντας μια μπάλα με αγκάθια από τα μαλλιά μου.
-Συγνώμη, αλλά σε πέρασα για γεράκι, ή κάτι τέτοιο…
Αμέσως ζωγραφίστηκε ένα πλατύ χαμόγελο από ανεξίτηλο μαρκαδόρο στο πρόσωπό μου.
-Πώς σε λένε;
-Δένδριο πελώριο χοντρόκορμο Πλατάνιο.
Γούρλωσα τα μάτια.
-Αλλά μπορείς να με λες Πλατάνιο, είπε τότε, αλλάζοντας την μορφή του προσώπου μου.
-Πλατάνιο, χαίρομαι που σε γνωρίζω. Αλήθεια, δεν έχω ξανασυναντήσει δέντρο που να μιλά. Τέλος πάντων, να σε ρωτήσω κάτι που μου κίνησε την περιέργεια; 
-Γιατί όχι;!
-Από πάντα, ήσουν εδώ, φυτρωμένο σε αυτόν τον κήπο;
-Όχι, όταν ήμουν πολύ μικρό, μια κυρία με γκρι μαλλιά, μαύρα γυαλιά και μια πορτοκαλί μαντίλα με αγόρασε από ένα ανθοπωλείο. Μετά, με φύτεψε εδώ και μέχρι σήμερα με αγαπάει…!!!
Εγώ, πλέον εξοικειωμένη με το δέντρο, κάθισα στον κορμό του.
-Αυτή η κυρία με τα γκρι μαλλιά, είναι η γιαγιά μου. Είσαι πολύ ψηλός και έχεις πολύ χοντρό κορμό!!!
- Ναι, όχι να το παινευτώ, αλλά όλοι στην οικογένεια τον Πλατάνων έχουμε χοντρό κορμό. Εγώ έχω περίμετρο 9 μέτρων. Επίσης, είμαι 38,3 μέτρα. Κοντός, ε;
- Κοντός; Εγώ είμαι μόνο 1,35…!!! Πλατάνιο, μπορείς να απαντήσεις σε άλλη μια ερώτησή μου;
-Βέβαια!
 -Τι ακριβώς ήταν αυτό που έπεσε στα μαλλιά μου πριν;
-Χάχα, ήταν ο καρπός μου. Έχει χρώμα καφέ και κάποιες βελόνες, που πονάνε πολύ…
- Πλατάνιο, στο σχολείο έχουμε να κάνουμε ένα φυτολόγιο… Θα μπορούσα να πάρω μερικά σου φύλλα και να μου πεις λίγα πράγματα για αυτά;
-Λοιπόν… τα φύλλα μου είναι πράσινα ή κίτρινα, είναι πολύ πλατιά και… ΑΑΑΑ!!!
-Συγνώμη, είπα τότε, βάζοντας πάνω σε ένα φύλλο του ένα μπουμπούκι από τριαντάφυλλο…
-Ευχαριστώ, μικρή μου πριγκίπισσα, μου είπε, βγάζοντάς το μου ως υποκοριστικό.
Εγώ κοκκίνισα. Μετά από λίγο, του ξαναέκανα μια ερώτηση.
-Έχεις καλές σχέσεις με την γιαγιά μου και τα άλλα δέντρα;
-Με την γιαγιά σου, έχουμε άριστες σχέσεις, γιατί με φροντίζει και με αγαπά όσο κανείς άλλος. Με τα άλλα δέντρα, παλιά ήμασταν πολύ καλοί φίλοι, μα τώρα δεν μου μιλάν γιατί μια φορά τους πρόδωσα…
- Δηλαδή τι έκανες;
- Να…  μια φορά πήγαν να βάψουν με ροζ μπογιά την κουφάλα της μητέρας τους αλλά εγώ δεν το θεώρησα σωστό και της το είπα. Ύστερα τους μάλωσε και από τότε δε μου κάνουν παρέα.
-Δεν πειράζει, εσύ έκανες το σωστό. Μην στεναχωριέσαι, έχεις εμένα!
-Εντάξει… σε ευχαριστώ! Θέλω όμως να σου εκμυστηρευτώ μια ιστορία που είπαν δυο χελιδόνια όταν κάθονταν στα κλαδιά μου…
-Σε ακούω…!!!
-Υπήρχε ένα δέντρο ψηλό, περήφανο, που μια μέρα με πολύ αέρα το παρέσυρε ο αέρας και βρέθηκε διαλυμένο σε ένα μεγάλο ποτάμι… Εγώ στεναχωρήθηκα πολύ…
-Και εγώ στεναχωριέμαι… θα μπορούσε να ήσουν εσύ αυτό το δέντρο…!!!
-Έλα εδώ, φώναξε η γιαγιά και η φωνή της αντήχησε σε όλον τον κήπο.
-Είμαστε φίλοι; Ρώτησα το δέντρο.
-Και βέβαια! είπε εκείνος. Θα σε περιμένω αύριο.
-Γεια σου αγαπημένε μου φίλε!
Τις επόμενες πέντε μέρες το επισκεπτόμουν και συζητούσαμε. Μετά έφυγα για την κωμόπολη όπου ζω. Όταν ξαναπήγα στο χωριό, δεν το είδα. Ο παππούς και η γιαγιά το είχαν κόψει γιατί έπιανε χώρο. Δεν στεναχωρήθηκα πολύ, γιατί ήξερα πως είχε εκπληρώσει όλα του τα όνειρα και τις επιθυμίες…!!!
Γράφει η Χρυσοπηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου